
Γράφει ο Γιάννης Δούρης
Γεωπόνος Γ.Π.Α.
Γραμμική καλλιεργεια ελιάς, να επενδύσω ή όχι;
Πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό σχετικά με τις ανοδικες τάσεις της τιμής του ελαιολάδου και αρκετοί έχουν αρχίσει να σκέφτονται να επενδύσουν στην ελαιοκαλλιέργεια, με αρκετό ενδιαφέρον να παρουσιάζει η γραμμική καλλιέργεια, με το σύστημα της υπερπυκνης φύτευσης.
Αρχικά, ας κάνουμε μια μικρή εισαγωγή στα συστήματα φύτευσης. Υπάρχουν τα παραδοσιακά συστήματα φύτευσης, που οι αποστάσεις μεταξύ των δέντρων είναι 8-12m X 8-12m με 4-12 δέντρα το στρέμμα, τα εντατικά παραδοσιακά με αποστάσεις 7-10m X 7-10m και με 8-25 δέντρα το στρέμμα, τα συστήματα πυκνής φύτευσης με αποστάσεις 4-6m X 4-6m και με 20-50 δέντρα το στρέμμα και τα συστήματα υπέρπυκνης φύτευσης. Όταν μιλάμε για ένα σύστημα υπέρπυκνης φύτευσης, αναφερόμαστε σε αποστάσεις φύτευσης 1-2m X 3-5m με τις προτεινόμενες να είναι 4m X 1,5m και 3,75m X 1,35m, με αριθμό δέντρων ανά στρέμμα που ανέρχεται στα 166 και 197 δέντρα αντίστοιχα.
Η γενική φιλοσοφία και λειτουργία του συστήματος
Δύο είναι τα μεγάλα πλεονεκτήματα ενός τέτοιου συστήματος. Το πρώτο αφορά την μηχανική συγκομιδή και το δεύτερο, ίσως και σημαντικότερο κατά την γνώμη μου, αφορά την έναρξη παραγωγής των δέντρων σε νεαρή ηλικία. Έχει παρατηρηθεί ότι δέντρα που φυτεύονται σε μικρότερες αποστάσεις μεταξύ τους, λόγω ανταγωνισμού, παράγουν νωρίτερα καρπούς.
Τα φυτά προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν χώρο, ήλιο και θρεπτικά συστατικά μπορούν να ξεκινήσουν την καρποφορία τους, μόλις από το δεύτερο ή τρίτο έτος από την χρονιά φυτευσής τους. Έκτοτε έχουμε μια σχετικά σταθερή και αυξανόμενη παραγωγή κάθε χρόνο, με προϋπόθεση βέβαια να διεξάγουμε σωστές καλλιεργητικές τεχνικές και να μας βοηθήσει και λίγο, έως αρκετά, ο καιρός.
Η παραγωγή φτάνει μια μέγιστη απόδοση περίπου το έβδομο έτος της ηλικίας των φυτών, όπου συνήθως γίνεται ένα πιο αυστηρό κλάδεμα. Για έναν χρόνο παρατηρείται μια πτώση της παραγωγής και μετέπειτα ακολουθεί ξανά αύξηση, μέχρι το επόμενο αυστηρό κλάδεμα, περίπου 7 χρόνια μετά. Αυτό συμβαίνει συνήθως 3 φορές σε έναν ελαιώνα υπέρπυκνης φύτευσης. Όταν τα φυτά φτάσουν τα 20-22 έτη από την φύτευση τους, γίνεται κοπεί τους, αφήνοντας ένα κορμό ύψους 30-40 πόντους από το έδαφος. Την επόμενη χρονιά της καρατόμησης επιλέγεται ένας βλαστός, ο οποίος θα αναπτυχθεί εκ νέου, επαναλαμβάνοντας την παραπάνω διαδικασία για άλλα 20-22 χρονιά. Το πότε χρονικά θα γίνει αυστηρό κλάδεμα ή η καρατόμηση των δέντρων, εξαρτάται από την ευρωστία της ποικιλίας, την γονιμότητα του χωραφιού, τις καλλιεργητικές τεχνικές και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την ταχύτητα ανάπτυξης του δέντρου.
Τα θετικά…
Το γεγονός ότι με αυτό το σύστημα, μπορούμε να αποσβέσουμε νωρίς χρονικά το αρχικό κόστος εγκατάστασης και να ξεκινήσουμε να παίρνουμε εισόδημα από την επένδυση μας, είναι πολύ σημαντικό για να ξεκινήσουμε να σκεφτόμαστε λίγο πιο σοβαρά την υπέρπυκνη φύτευση. Επίσης η δυνατότητα μηχανικής συγκομιδής με μηχανήματα που ελαχιστοποιούν τον χρόνο και τον κόπο εργασίας, είναι πολύ σημαντική, αφού έτσι έχουμε περισσότερο συνολικό κέρδος μειώνοντας τα έξοδα που αφορούν την συλλογή του καρπού.
Οι δεύτερες σκέψεις…
Βέβαια, δεν είναι μόνο πλεονεκτήματα που έχει αυτό το σύστημα,υπάρχουν και ορισμένα μειονεκτήματα. Το αρχικό κόστος μιας τέτοιας εγκατάστασης είναι μεγαλύτερο από μια κλασική φύτευση, λόγω αυξημένου αριθμού δέντρων, συστημάτων υποστύλωσης και εργατικών. Επίσης το κόστος καλλιέργειας είναι αυξημένο διότι έχουμε περισσότερα δέντρα στο στρέμμα και επίσης καλό θα ήταν το χωράφι το οποίο θα επιλέξουμε για να καλλιεργήσουμε αυτού του είδους το σύστημα, να είναι ποτιστικό καθώς οι αυξημένες και χρονικά σταθερές αποδόσεις ελαιοκάρπου και κατά συνέπεια ελαιολάδου, θα μπορούν να επιτευχθούν πιο εύκολα, με το πότισμα.
Γιάννης Δούρης
Γεωπόνος Γ.Π.Α.